εκχωρητήριο

εκχωρητήριο
το
1. η νομική πράξη με την οποία εκχωρείται κάτι
2. το έγγραφο τής εκχωρήσεως
3. σκαμμένοι χώροι σε διάφορα σημεία υπονόμου (εσοχές), όπου μπορεί να παραμερίσει κανείς για να περάσει κάποιος που έρχεται από αντίθετη κατεύθυνση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • εκχωρητήριο — το 1. η νομική πράξη με την οποία γίνεται εκχώρηση (βλ. λ.). 2. το έγγραφο αυτής της πράξης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”